δαλτονισμός ή αχρωματοψία
- δαλτονισμός ή αχρωματοψία
- Συγγενής ανικανότητα διάκρισης των χρωμάτων. Οφείλει την ονομασία της στον φημισμένο Άγγλο χημικό Τζον Ντάλτον, ο οποίος έπασχε ο ίδιος από αυτή τη νόσο και την περιέγραψε πρώτος με ακρίβεια. Η συνηθέστερη μορφή της χαρακτηρίζεται από τύφλωση ως προς το κόκκινο χρώμα που γίνεται αντιληπτό ως γκρι και το κίτρινο ως γκριζωπό. Συνδυάζεται επίσης με τύφλωση ως προς το πράσινο, που γίνεται αντιληπτό ως ανοιχτό γκρι. Υπάρχουν επίσης σπάνιες μορφές δ., στις οποίες η αχρωματοψία είναι καθολική, απουσιάζει δηλαδή κάθε αίσθηση χρώματος.
Dictionary of Greek.
2013.
Look at other dictionaries:
δαλτονισμός — ο διαταραχή της όρασης εξαιτίας της οποίας δεν μπορεί κανείς να ξεχωρίσει τα χρώματα και κυρίως το κόκκινο, αχρωματοψία … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Ντάλτον, Τζον — (John Dalton, Ίγκλισφιλντ, Κούμπερλαντ 1766 – Μάντσεστερ 1844). Άγγλος φυσικός και χημικός. Γιος υφαντουργού, αναγκάστηκε από πολύ νέος να κερδίζει ο ίδιος τη ζωή του διδάσκοντας σε δημοτικά σχολεία· συγχρόνως όμως μελετούσε φυσική και μαθηματικά … Dictionary of Greek
νταλτονισμός — Βλ. λ. δαλτονισμός ή αχρωματοψία … Dictionary of Greek